Η Ελλάδα έχει χιλιόχρονη παράδοση στις θαλάσσιες μεταφορές, που είναι μια από τις παλαιότερες μορφές διαβίωσης στη Μεσόγειο.
Οι θαλάσσιες μεταφορές αποτελούν βασικό κομμάτι της ελληνικής οικονομίας από τα αρχαία χρόνια και σήμερα αποτελούν τον σημαντικότερο κλάδο της χώρας.
Οι θαλάσσιες μεταφορές παράγουν σχεδόν το 7% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της Ελλάδας και παρέχουν σχεδόν 400.000 θέσεις εργασίας, ή περίπου το 14% του συνολικού εργατικού δυναμικού.
Η χώρα ελέγχει τον μεγαλύτερο εμπορικό στόλο στον κόσμο με συνολική χωρητικότητα 850 εκατομμυρίων τόνων και περισσότερα από 5.600 πλοία, σύμφωνα με τον Lloyd’s.
Πολλές ελληνικές ναυτιλιακές εταιρείες έχουν έδρα στο Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη και διοικούνται από πλούσιες ελληνικές οικογένειες με μεγάλη επιρροή στη διεθνή ναυτιλιακή βιομηχανία.
Αρχαία Ελληνική Ναυσιπλοΐα
Το ορεινό τοπίο, η περιορισμένη γεωργική έκταση και η ευρεία ακτογραμμή της Ελλάδας ώθησαν τον ντόπιο πληθυσμό στη ναυτιλία.
Η γεωγραφική θέση της περιοχής στο σταυροδρόμι των αρχαίων θαλάσσιων δρόμων της ανατολικής Μεσογείου, τα πολλά νησιά της και η γειτνίασή της με άλλους προηγμένους πολιτισμούς συνέβαλαν επίσης στη διαμόρφωση της θαλάσσιας φύσης του ελληνικού έθνους.
Το διεθνές εμπόριο υπήρχε στο Αιγαίο από τη Μινωική και Μυκηναϊκή εποχή μέχρι την Εποχή του Χαλκού. Η παρουσία αγαθών όπως κεραμικά, χρυσά και χάλκινα αντικείμενα μακριά από την περιοχή καταγωγής τους μαρτυρεί αυτό το τεράστιο δίκτυο ναυσιπλοΐας και εμπορίου που υπήρχε μεταξύ της ηπειρωτικής Ελλάδας και των νησιών.
Οι Έλληνες καθιέρωσαν την κυριαρχία του θαλάσσιου εμπορίου στην περιοχή, επεκτείνοντάς το σταδιακά κατά μήκος των ακτών της Μεσογείου μέχρι την Αίγυπτο, τη Φοινίκη, τη Μικρά Ασία και τη Μαύρη Θάλασσα, όπου ίδρυσαν τις δικές τους αποικίες.
Τους επόμενους αιώνες, μεγάλο μέρος του θαλάσσιου εμπορίου της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας διεξήχθη από τους Έλληνες, οι οποίοι συνέχισαν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη ναυτιλία κατά την περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας στο Μεσαίωνα.
Το 330 μ.Χ., όταν η Κωνσταντινούπολη ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, έγινε η καρδιά του βυζαντινού θαλάσσιου εμπορίου.
Οι Έλληνες αποτελούσαν την πλειοψηφία του πληθυσμού του Βυζαντίου, γεγονός που τους έδωσε τη δυνατότητα να διατηρήσουν και να επεκτείνουν τη ναυτική τους δραστηριότητα.
Πώς αναπτύχθηκε το θαλάσσιο εμπόριο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία;
Η επέκταση της οθωμανικής κυριαρχίας στη Βαλκανική Χερσόνησο, που προηγουμένως είχε καταστραφεί από συνεχείς συγκρούσεις μεταξύ Βυζαντινών, Βενετών, Σέρβων, Βουλγάρων και Γενοβέζων, καθιέρωσε κάποια μορφή ενότητας, ειρήνης και ασφάλειας.
Δημιουργείται μια νέα κοινωνική δομή, η οποία εξασφαλίζει σημαντική κοινωνική κινητικότητα και επιτρέπει την επανέναρξη της αγροτικής δραστηριότητας, η οποία είχε σχεδόν σταματήσει κατά την περίοδο της αναρχίας που προηγήθηκε της οθωμανικής κατάκτησης.
Αυτό τόνωσε το τοπικό και περιφερειακό εμπόριο και δημιούργησε ευνοϊκές συνθήκες για την άνοδο της τάξης των εμπόρων.
Τον 16ο και 17ο αιώνα, οι Έλληνες επέκτεινε την επιρροή τους και στο διεθνές θαλάσσιο εμπόριο, εκμεταλλευόμενοι τη ραγδαία αυξανόμενη ζήτηση για σιτηρά.
Οι περιορισμοί που επέβαλαν οι Οθωμανοί για τη ρύθμιση των εξαγωγών δεν κατάφεραν να σταματήσουν το λαθρεμπόριο, το οποίο απέφερε τεράστια περιουσία στους ναυτικούς εμπόρους.
Προμηθεύουν τα Βαλκάνια με πρώτες ύλες, διακινούν αγαθά για λογαριασμό αλλοδαπών, διανέμουν προμήθειες σε τελικές αγορές και ελέγχουν το θαλάσσιο εμπόριο στην περιοχή ενεργώντας ως ναυτιλιακούς πράκτορες.
Τον 18ο αιώνα, η εδραίωση της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας στα χέρια των Φαναριωτών στην Κωνσταντινούπολη βοήθησε στην περαιτέρω επέκταση της ελληνικής ναυτιλιακής δραστηριότητας στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Ο ελληνικός εμπορικός στόλος μπόρεσε να εκτοπίσει τις δυτικές ναυτικές δυνάμεις λόγω των Αγγλογαλλικών Πολέμων, καθώς και της προστασίας της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, από την οποία επωφελήθηκαν οι Έλληνες έμποροι.
Αν και δεν έχουν δική τους εθνική σημαία, κυματίζουν υπό τις σημαίες της Ρωσικής και Βρετανικής αυτοκρατορίας σε διεθνείς διαδρομές. Το 1792 ιδρύθηκε η πρώτη ελληνική ασφαλιστική εταιρεία στην Τεργέστη και αργότερα ιδρύθηκε στην Οδησσό.
Τις επόμενες δεκαετίες, οι Έλληνες ναυτικοί απέκτησαν όχι μόνο χρήματα, αλλά και πρόσθετες γνώσεις και εμπειρία. Η ανάπτυξη του ελληνικού εμπορικού στόλου τους έδωσε αυτοπεποίθηση, ενώ η επαφή τους με τα δυτικά έθνη ξύπνησε την εθνική τους συνείδηση και τους έκανε να νιώθουν ελεύθεροι.
Η ύπαρξη μεγάλου αριθμού εκπαιδευμένων ναυτικών αποδείχθηκε ανεκτίμητο πλεονέκτημα μετά το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης, όταν το ελληνικό εμπορικό ναυτικό έγινε όπλο ενάντια στα δυσκίνητα πλοία των Οθωμανών.
Η νέα εποχή της ελληνικής ανεξαρτησίας
Επηρεασμένες από το πνεύμα του πατριωτισμού, οι πλούσιες ελληνικές ναυτικές οικογένειες παρείχαν μεγάλο μέρος της χρηματοδότησης για την ελληνική πολιτιστική αναγέννηση τις παραμονές του Πολέμου της Ανεξαρτησίας, που ξέσπασε το 1821. Με τους πόρους τους χτίστηκαν πολλά σχολεία και βιβλιοθήκες.
Στις αρχές του 19ου αιώνα, η ελληνική διασπορά ήταν σε καλή θέση για να εκμεταλλευτεί τις εμπορικές ευκαιρίες σε όλη την Ευρώπη μετά τους Ναπολεόντειους Πολέμους.
Πολλές πλούσιες ελληνικές επιχειρηματικές οικογένειες έχουν γραφεία στη Μασσαλία και το Λονδίνο. Δημιουργούν ένα δίκτυο ειδικών ναυτιλιακών σε όλα τα μεγάλα λιμάνια της Ευρώπης, της Ασίας και της Αμερικής.
Εκείνη την εποχή, πριν από τον τηλέγραφο, το δίκτυο των εμπορικών πρακτόρων έδινε τη δυνατότητα στους Έλληνες φορτωτές να λαμβάνουν νέα και πληροφορίες τιμών ενώπιον των ανταγωνιστών τους.
Η οικονομική κρίση της δεκαετίας του 1860 οδήγησε στην κατάρρευση ορισμένων από αυτές τις επιχειρήσεις, αλλά η παράδοση της προσφοράς συνεχίστηκε παρόλα αυτά και ήταν η πλοήγηση που χρηματοδότησε διάφορα ιδρύματα, όπως η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος, για παράδειγμα.
20ος αιώνας και η σύγχρονη ελληνική ναυτιλία
Οι πολιτικές και κοινωνικές αναταραχές στην Ευρώπη στις αρχές του 20ού αιώνα επηρέασαν πολλούς εμπορικούς δεσμούς και αγορές των ελληνικών ναυτιλιακών εταιρειών. Η Ρωσική Μπολσεβίκικη Επανάσταση και η κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο έκοψαν οριστικά ορισμένους εμπορικούς δρόμους.
Οι Έλληνες έμποροι στο Λονδίνο και την Οδησσό έχασαν την πρόσβαση στους παραδοσιακούς προμηθευτές σιτηρών τους, αλλά αντί να χρεοκοπήσουν, βρήκαν την ευκαιρία να επενδύσουν σε εμπορικούς στόλους ατμόπλοιων και ειδικεύτηκαν στα εμπορεύματα ιδιωτικής μεταφοράς.
Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ελληνικές ναυτιλιακές εταιρείες κατάφεραν να επανεγκατασταθούν υπό την εθνική τους σημαία.
Η μεταβαλλόμενη δυναμική τους έδεσε πιο στενά με το δικό τους έθνος-κράτος και τη δημιουργία του ελληνικού εμπορικού ναυτικού.
Οι ελληνικοί αερομεταφορείς αναπτύσσονται στην Ασία και ιδιαίτερα στην Κίνα. Τα φορτηγά χύδην φορτίου επωφελούνται από την ανάπτυξη της Ουράνιας Αυτοκρατορίας και την αυξανόμενη ζήτηση για σιδηρομετάλλευμα και άνθρακα.
Από το 2000, η Κίνα έχει παράσχει προσοδοφόρα συμβόλαια σε ιδιοκτήτες πλοίων μεταφοράς χύδην φορτίου, οδηγώντας στην εμφάνιση πολλών νέων μεγιστάνων της ναυτιλίας στον κλάδο.
Σήμερα, οι ελληνικές εταιρείες κατέχουν σχεδόν το ένα τρίτο όλων των πετρελαιοφόρων στον κόσμο και το 23,8% των πλοίων μεταφοράς χύδην φορτίου και η ελληνική σημαία είναι η πιο ευρέως χρησιμοποιούμενη στο διεθνές θαλάσσιο εμπόριο.
News Darik Business Review
Facebook,
Ίνσταγκραμ,
LinkedIn και
Κελάδημα
!
“Φαγητό σπασίκλα. Ερασιτέχνης επίλυση προβλημάτων. Beeraholic. Επιρρεπής σε κρίσεις απάθειας.”