«Πάντα σκεφτόμασταν την αποκατάσταση των Κολοσσών Η σκοπιμότητα αυτής της επέμβασης και όλες οι άλλες λεπτομέρειες πρέπει να συζητηθούν με ειδικούς», λέει ο δήμαρχος Ρόδου κ. Χατζηδιάκος. Σύμφωνα με τον ίδιο, ορισμένοι από τους πιο εξέχοντες γλύπτες και αρχιτέκτονες του κόσμου έχουν εκφράσει την επιθυμία να αναλάβουν το έργο.
Ο Κολοσσός της Ρόδου είναι ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Ένα γιγάντιο άγαλμα του Έλληνα θεού Ήλιου δημιουργήθηκε από τον γλύπτη Lièvres και παραγγέλθηκε από τους κατοίκους της πόλης στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. Τα χρήματα για το γιγάντιο άγαλμα προήλθαν από την πώληση των σπασμένων κανονιών με τα οποία ο Δημήτριος Α’ της Μακεδονίας πολιόρκησε τη Ρόδο με στρατό 40.000 ανδρών. Οι νησιώτες ήθελαν να ευχαριστήσουν για τη μεσολάβηση που πίστευαν ότι είχε κάνει για αυτούς ο Ήλιος. Εκτός από το ότι τον λάτρευαν ως θεό Ήλιο, οι ντόπιοι πίστευαν ότι δημιούργησε το νησί και το ύψωσε στην αγκαλιά του από τα βάθη της θάλασσας ο Λαγός σκάλιζε το άγαλμα για 12 χρόνια, από το 292 έως το 280 π.Χ.
Σύμφωνα με το μύθο, το δημιούργημα του Λαγού ήταν ένας ψηλός, λεπτός νεαρός άνδρας με ένα λαμπερό στέμμα στο κεφάλι του. Στάθηκε σε ένα μαρμάρινο βάθρο, γέρνοντας ελαφρά προς τα πίσω και κοιτάζοντας. Το άγαλμα στεκόταν ακριβώς στην είσοδο του λιμανιού και ήταν ορατό από τα γειτονικά νησιά. Τα εισερχόμενα πλοία περνούσαν κάτω από τον καβάλο του Ήλιου.
Βασικά το άγαλμα ήταν φτιαγμένο από πηλό. Η κορυφή ήταν καλυμμένη με χάλκινα φύλλα. Για το μεγάλο μνημείο χρησιμοποιήθηκαν 500 τάλαντα (13 τόνοι) μπρούντζο και 300 τάλαντα (8 τόνοι) σίδηρο. Η ύπαρξη του κολοσσού διήρκεσε μόνο περίπου 65 χρόνια. Το 226 π.Χ., το άγαλμα καταστράφηκε από σεισμό. Ο ηγεμόνας Πτολεμαίος Γ’ προσφέρθηκε να πληρώσει για την ανοικοδόμηση του αγάλματος, αλλά το Μαντείο των Δελφών πρότεινε στους Ρόδιους ότι αυτό θα προσέβαλλε τον Ήλιο και εκείνοι αρνήθηκαν.
Ο Στράβων υποστηρίζει ότι τα λείψανα του Κολοσσού της Ρόδου παρέμειναν στο έδαφος για 800 χρόνια. Αλλά και σε αυτή την κατάσταση, το μνημείο προσέλκυσε πολλούς επισκέπτες. Μόλις το 654, όταν οι Άραβες κατέλαβαν τη Ρόδο, πούλησαν τα θραύσματα του αγάλματος σε έναν έμπορο από την αρχαία Έδεσσα στη Μεσοποταμία. Τουλάχιστον αυτό ισχυρίζεται ο Θεοφάνης ο Ομολογητής στα χρονικά του.
“Λάτρης της τηλεόρασης. Νίντζα της μουσικής. Φανατικός στα ερασιτεχνικά ταξίδια. Λάτρης του μπέικον. Φιλικός ευαγγελιστής φαγητού. Ανεξάρτητος οργανωτής. Πιστοποιημένος φανατικός στο twitter.”